Άρειος Πάγος για Πολεοδομία Ρόδου: Η ελευθερία της γνώμης κάθε δικαστή είναι θεμελιώδες στοιχείο της ανεξαρτησίας του, δεν πρέπει όμως να συγχέεται με το ανέλεγκτο
Εισαγωγή
Την Τετάρτη το πρωί, ο Άρειος Πάγος εξέδωσε μία ανακοίνωση που αφορά τη δικογραφία που εκκρεμεί στο στάδιο της ανάκρισης στο Πρωτοδικείο Ρόδου. Η ανακοίνωση αυτή έρχεται σε μία κρίσιμη περίοδο, καθώς οι αντιδράσεις γύρω από το θέμα αυτό είναι έντονες. Με τον λόγο αυτό, είναι σημαντικό να εξετάσουμε τις δηλώσεις που έγιναν και τις επιπτώσεις τους στο νομικό τοπίο.
Η Ελευθερία του Δικαστή
Στην ανακοίνωσή του, ο Άρειος Πάγος τονίζει ότι η ελευθερία γνώμης κάθε δικαστή και εισαγγελέα είναι θεμελιώδες στοιχείο της ανεξαρτησίας τους. Εκείνος που ασκεί δικαστικά καθήκοντα πρέπει να μπορεί να εκφράσει την άποψή του χωρίς περιορισμούς, βεβαιώνοντας έτσι την ορθότητα και τη δικαιοσύνη των αποφάσεών του.
Ανεξαρτησία έναντι Ανέλεγκτου
Ωστόσο, η ανακοίνωση προειδοποιεί ότι αυτή η ελευθερία δεν μπορεί να συγχέεται με το ανέλεγκτο. Κάθε δικαστικός λειτουργός πρέπει να ασκεί τα καθήκοντά του εντός των ορίων του νόμου. Είναι ζωτικής σημασίας να διατηρείται μία ισορροπία μεταξύ της ανεξαρτησίας του δικαστή και της υποχρέωσής του να λογοδοτεί για τις πράξεις του. Αυτή η διάκριση είναι κεντρική για τη διασφάλιση της δικαιοσύνης στο νομικό μας σύστημα.
Ολόκληρη η ανακοίνωση του Άρειου Πάγου:
«Αναφορικά με δικογραφία που εκκρεμεί στο στάδιο της ανάκρισης στο Πρωτοδικείο Ρόδου, η Πρόεδρος του Αρείου Πάγου, στο πλαίσιο της ασκήσεως των καθηκόντων της περί εποπτείας των πολιτικών και ποινικών δικαστηρίων της Χώρας (άρθρο 23 του v. 4938/2022) ζήτησε από την Πρόεδρο του Συμβουλίου Επιθεώρησης την διερεύνηση του ενδεχομένου διεξαγωγής προκαταρτικής εξέτασης εις βάρος δικαστικού λειτουργού αναφορικά με την άσκηση των καθηκόντων τους.
Πρέπει να καταστεί σαφές προς κάθε κατεύθυνση ότι η ελευθερία της γνώμης κάθε δικαστή και εισαγγελέα, κατά την άσκηση των καθηκόντων του, ανεξαρτήτως βαθμού, είναι θεμελιώδες στοιχείο της προσωπικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας του, η οποία όμως δεν μπορεί και δεν πρέπει να συγχέεται με το ανέλεγκτο. Εξάλλου, ο έλεγχος αν η ελευθέρως διατυπωθείσα γνώμη του δικαστικού και εισαγγελικού λειτουργού εκφεύγει των ακροτάτων ορίων της διακριτικής της ευχέρειας (ΟλΑΠ 9/2015), έτσι όπως αυτή προσδιορίζεται από το νόμο και την υπαγωγή σε αυτόν των αποδειχθέντων, ανήκει αποκλειστικά και μόνο στα αρμόδια προς τούτο, κατά το Σύνταγμα και τον Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών, δικαστικά όργανα. Αυτά και μόνον, έχοντας γνώση όλων των στοιχείων της δικογραφίας, νομίμως επιλαμβάνονται και ασκούν την αρμοδιότητα τους με στόχο την προάσπιση του Κράτους Δικαίου, του κύρους της Δικαιοσύνης, της δικαιϊκής ασφάλειας των πολιτών και την εδραίωση της εμπιστοσύνης τους προς τους Θεσμούς».