Νίκος Εγγονόπουλος: “Είμαι ζωγράφος και ποιητής”
Ποιος ήταν ο Νίκος Εγγονόπουλος;
Ο Νίκος Εγγονόπουλος, ποιητής και ζωγράφος, γεννήθηκε το 1910 στην Αθήνα. Από νωρίς παρουσίασε το ταλέντο του στις τέχνες, με την ποίηση να είναι η κύρια μορφή έκφρασής του. Στο έργο του αντανακλάται η ελληνική παράδοση, αλλά και οι επιρροές του ευρωπαϊκού μοντερνισμού, που τον καθιστούν έναν από τους πιο σημαντικούς εκπροσώπους της ελληνικής λογοτεχνίας του 20ού αιώνα.
To 1932 γράφτηκε στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών με δάσκαλο τον Κωνσταντίνο Παρθένη, ενώ παράλληλα φοίτησε στο εργαστήριο του Φώτη Κόντογλου και γνωρίστηκε με τον Γιάννη Τσαρούχη και τον Δημήτρη Πικιώνη. Το 1941 πολέμησε στο Αλβανικό μέτωπο και αιχμαλωτίστηκε από τους Γερμανούς σε στρατόπεδο εργασίας, από όπου δραπέτευσε και επέστρεψε στην Αθήνα με τα πόδια. Πέρασε τα τελευταία χρόνια της ζωής του σε συνθήκες οικονομικής ανέχειας. Πέθανε το 1985 από ανακοπή καρδιάς. Είχε προηγουμένως υποβληθεί σε χειρουργική επέμβαση που του στοίχισε το ένα του πόδι.
Προχώρησε από τους πρώτους στον υπερρεαλισμό και στην ποίηση και στη ζωγραφική. Επαναστατικός και προκλητικός στην ποίησή του ενόχλησε από τις πρώτες κιόλας ποιητικές του συλλογές τον μέσο αστό, με την τολμηρή του φαντασία και την αποστροφή του για καθετί λογικό και συμβατικό, και ξεσήκωσε εναντίον του την αγανάκτηση και το σκώμμα.
Παρέμεινε όμως συνεπής υπερρεαλιστής και στις μεταπολεμικές συλλογές του, παρά την αντίδραση που προκάλεσε. Βασικά χαρακτηριστικά του έργου του αποτέλεσαν η ιδιότυπη χρήση της δημοτικής γλώσσας και οι συμβολικές μορφές του, μέσω των οποίων πρόβαλε το αίτημα για μια ελληνοκεντρική υπερρεαλιστική ποίηση και μια νέα έκφραση της ελληνικότητας. Ως ζωγράφος εξέθεσε έργα του σε πολλές Πανελλήνιες Εκθέσεις, καθώς και σε πολλές πόλεις της Ευρώπης και στην Αμερική.
Έργα του μεταφράστηκαν στα αγγλικά, γαλλικά, ιταλικά, ισπανικά ουγγρικά και μελοποιήθηκαν από τον Νίκο Μαμαγκάκη, τον Αργύρη Κουνάδη, τον Μάνο Χατζιδάκι.
Η Ποίηση του Εγγονόπουλου
Ο Εγγονόπουλος φημίζεται για την επιγραμματική του γλώσσα και την ικανότητά του να συνδυάζει ευαισθησία και κοινωνική κριτική. Ένας από τους πιο χαρακτηριστικούς στίχους του είναι: “να ελπίζεις πάντα πως ανάμεσα εις τους ανθρώπους που τους ρημάζει η τρομερή «ευκολία» θα συναντήσεις απαλές ψυχές με τρόπους που τους διέπει καλοσύνη”. Αυτοί οι στίχοι συμπυκνώνουν την προσδοκία του ποιητή για την ύπαρξη της καλοσύνης και της αφέλειας σε έναν κόσμο που συχνά είναι σκληρός.
Σονέτο μάλλον απαισιόδοξο
Το γυμνασμένο μάτι του τραμπούκου
να διέκρινε άραγε των ροδόδεντρων την αρμονία;
Όχι – όχι – μιαν απέραντη ηθικολογία
δε θα βοηθήσει να κάνουμε καλλίτερο τον κόσμο
Να ελπίζεις – να ελπίζεις πάντα – πως ανάμεσα εις τους ανθρώπους
που τους ρημάζει η τρομερή “ευκολία” –
θα συναντήσεις απαλές ψυχές με τρόπους
που τους διέπει καλοσύνη – πόθος ευγένειας – ηρεμία
ίσως όχι πολλές – ίσως να `σαι άτυχος: καμία –
τότες εσύ προσπάθησε να γενείς καλλίτερος
εις τρόπον ώστε να έρθει κάποια σχετική ισορροπία
Άσε τους γύρωθέ σου να βουρλίζονται πως κάνουν κάτι
σύ σκέψου – τώρα πια – με τι γλυκιά γαλήνη
προσμένεις να `ρθ’ η ώρα να ξαπλώσεις
στο παρήγορο του θανάτου κρεβάτι.
Το Μήνυμα και η Έμπνευση
Η πίστη του Εγγονόπουλου στην καλοσύνη των ανθρώπων αποτυπώνεται σε κάθε του στίχο. Το έργο του είναι ένα κάλεσμα για αυτοστοχασμό και αναζήτησης για πιο θετικά στοιχεία στη ζωή μας. Στην πραγματικότητα, οι στίχοι αυτοί μας ενθαρρύνουν να κρατήσουμε ζωντανές τις ελπίδες μας, παρά τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουμε. Μέσα από την ποίηση του Εγγονόπουλου, αναδεικνύεται η μοναδική ομορφιά της ανθρώπινης φύσης, ακόμη και στις πιο απαιτητικές καταστάσεις.