ΕΠΙΣΤΗΜΗ

Ξεκλειδώνοντας το Μυστικό της Κουεοσίνης: Η Ανακάλυψη που Αλλάζει την Υγεία Εγκεφάλου και την Καταπολέμηση του Καρκίνου

Στις 21 Αυγούστου 2025, μια διεθνής ομάδα επιστημόνων, με επικεφαλής ερευνητές από το Πανεπιστήμιο της Φλόριντα και το Trinity College Dublin, έλυσε ένα βιολογικό μυστήριο 30 ετών: τον τρόπο με τον οποίο το ανθρώπινο σώμα απορροφά την κουεοσίνη, ένα σπάνιο μικροθρεπτικό συστατικό ζωτικής σημασίας για την υγεία του εγκεφάλου, τη μνήμη, την ανταπόκριση στο στρες και την αντικαρκινική προστασία. Η ανακάλυψη του γονιδίου SLC35F2, που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Proceedings of the National Academy of Sciences (PNAS), αποκαλύπτει πώς αυτό το «αόρατο» θρεπτικό συστατικό εισέρχεται στα κύτταρα, ανοίγοντας νέους ορίζοντες για θεραπείες που θα μπορούσαν να ενισχύσουν τη γνωστική λειτουργία και να καταπολεμήσουν τον καρκίνο.

Η Κουεοσίνη: Ένας Αθέατος Σύμμαχος της Υγείας

Η κουεοσίνη, που προφέρεται «cue-o-scene», είναι ένα μικροθρεπτικό συστατικό που μοιάζει με βιταμίνη και δεν παράγεται από το ανθρώπινο σώμα. Αντ’ αυτού, προέρχεται από τη διατροφή και τα βακτήρια του εντέρου. Ανακαλύφθηκε τη δεκαετία του 1970, αλλά η σημασία της παρέμενε στο περιθώριο για δεκαετίες. «Για περισσότερα από 30 χρόνια, οι επιστήμονες υποπτεύονταν ότι υπήρχε ένας μεταφορέας για αυτό το θρεπτικό συστατικό, αλλά κανείς δεν μπορούσε να τον εντοπίσει», δήλωσε η Βαλερί ντε Κρεσί-Λαγκάρ, διακεκριμένη καθηγήτρια μικροβιολογίας στο Πανεπιστήμιο της Φλόριντα και κύρια ερευνήτρια της μελέτης. «Αυτή η ανακάλυψη ανοίγει ένα νέο κεφάλαιο στην κατανόηση του πώς το μικροβίωμα και η διατροφή μας επηρεάζουν τη μετάφραση των γονιδίων μας».

Η κουεοσίνη τροποποιεί τις μοριακές δομές που ονομάζονται tRNA, οι οποίες είναι απαραίτητες για τη σωστή μετάφραση του γενετικού κώδικα σε πρωτεΐνες. Αυτή η διαδικασία ενισχύει την ακρίβεια και την αποτελεσματικότητα της πρωτεϊνοσύνθεσης, επηρεάζοντας κρίσιμες λειτουργίες όπως η μνήμη, η μάθηση και η αντίσταση στον καρκίνο. «Είναι σαν ένα θρεπτικό συστατικό που ρυθμίζει με ακρίβεια τον τρόπο που το σώμα μας διαβάζει τα γονίδιά του», πρόσθεσε η ντε Κρεσί-Λαγκάρ.

Η Ανακάλυψη του SLC35F2: Ένα Κλειδί για το Μέλλον

Η μελέτη, που χρηματοδοτήθηκε από οργανισμούς όπως το Εθνικό Ινστιτούτο Υγείας των ΗΠΑ και το Research Ireland, εντόπισε το γονίδιο SLC35F2 ως τον μεταφορέα που επιτρέπει την είσοδο της κουεοσίνης στα κύτταρα. Αυτό το γονίδιο, που προηγουμένως είχε συνδεθεί με τη μεταφορά αντικαρκινικών φαρμάκων και ιών, αποκαλύπτεται τώρα ότι παίζει κεντρικό ρόλο στη φυσιολογία του υγιούς σώματος. «Γνωρίζαμε εδώ και καιρό ότι η κουεοσίνη επηρεάζει κρίσιμες διαδικασίες όπως η υγεία του εγκεφάλου, ο μεταβολισμός και η αντίσταση στον καρκίνο, αλλά μέχρι τώρα δεν γνωρίζαμε πώς μεταφέρεται στα δισεκατομμύρια κύτταρα του σώματός μας», δήλωσε ο Βίνσεντ Κέλι, καθηγητής στο Trinity College Dublin και συν-συγγραφέας της μελέτης.

Η ανακάλυψη του SLC35F2 όχι μόνο λύνει ένα μακροχρόνιο επιστημονικό αίνιγμα, αλλά ανοίγει και νέες προοπτικές για θεραπείες. Για παράδειγμα, η ενίσχυση της απορρόφησης κουεοσίνης στα νευρικά κύτταρα θα μπορούσε να βελτιώσει τη γνωστική λειτουργία ή να καθυστερήσει τη νευροεκφυλιστική φθορά, ενώ η χειραγώγηση της στα καρκινικά κύτταρα θα μπορούσε να ενισχύσει τα θεραπευτικά αποτελέσματα. Επιπλέον, η κατανόηση του μηχανισμού απορρόφησης της κουεοσίνης δίνει τη δυνατότητα στους διατροφολόγους να σχεδιάσουν εξατομικευμένες διατροφικές στρατηγικές που βελτιστοποιούν τα επίπεδα αυτού του μικροθρεπτικού συστατικού, ενισχύοντας την υγεία του εγκεφάλου και την ανοσολογική ανθεκτικότητα.

Οι Επιπτώσεις στη Διατροφή και το Μικροβίωμα

Η κουεοσίνη, που προέρχεται από τη διατροφή και το μικροβίωμα του εντέρου, υπογραμμίζει τη στενή σχέση μεταξύ της διατροφής μας, των μικροβίων του εντέρου και της γενετικής μας έκφρασης. Μελέτες σε ποντίκια έχουν δείξει ότι η έλλειψη κουεοσίνης οδηγεί σε προβλήματα γνωστικής λειτουργίας, μη φυσιολογικά μεταβολικά πρότυπα και αυξημένη ευαισθησία σε ορισμένους καρκίνους. Η ανακάλυψη του SLC35F2 επιτρέπει στους επιστήμονες να διερευνήσουν πώς οι διατροφικές αλλαγές ή η ενίσχυση του μικροβιώματος μπορούν να αυξήσουν τα επίπεδα κουεοσίνης, προσφέροντας προστασία έναντι αυτών των παθήσεων. «Αυτή η ανακάλυψη μας δίνει μια νέα οπτική για το πώς η διατροφή και τα μικρόβια του εντέρου μας επηρεάζουν τη βιολογία μας σε μοριακό επίπεδο», τόνισε ο Κέλι.

Το Μέλλον της Έρευνας και οι Θεραπευτικές Προοπτικές

Η ανακάλυψη του SLC35F2 αποτελεί αφετηρία για περαιτέρω έρευνα. Οι επιστήμονες σχεδιάζουν να χαρτογραφήσουν τα επίπεδα κουεοσίνης σε διάφορα όργανα και κατά τη διάρκεια της ανθρώπινης ζωής, χρησιμοποιώντας τεχνικές όπως η φασματομετρία μάζας υψηλής απόδοσης. Τέτοιες μελέτες θα μπορούσαν να αποκαλύψουν εάν οι ελλείψεις κουεοσίνης συνδέονται με γνωστική εξασθένηση ή αντοχή στη χημειοθεραπεία. Επιπλέον, η ανάπτυξη διαγνωστικών τεστ που μετρούν τα επίπεδα κουεοσίνης στο αίμα θα μπορούσε να οδηγήσει σε εξατομικευμένα διατροφικά πλάνα, ιδιαίτερα για ασθενείς με δυσλειτουργία του εντέρου ή περιορισμένη διατροφική ποικιλία.

Η έρευνα, που υποστηρίχθηκε από διεθνείς οργανισμούς, όπως το Εθνικό Ινστιτούτο Υγείας των ΗΠΑ και το Health and Social Care της Βόρειας Ιρλανδίας, υπογραμμίζει τη δύναμη της διεθνούς συνεργασίας. Η ομάδα περιλάμβανε ειδικούς από το San Diego State University, το Ohio State University και ιδρύματα στην Ιρλανδία, ενισχύοντας την παγκόσμια σημασία αυτής της ανακάλυψης.

Η αποκάλυψη του γονιδίου SLC35F2 ως του μεταφορέα της κουεοσίνης σηματοδοτεί μια επανάσταση στη μοριακή βιολογία και τη διατροφή. Αυτή η ανακάλυψη όχι μόνο λύνει ένα μυστήριο δεκαετιών, αλλά ανοίγει και το δρόμο για καινοτόμες θεραπείες που θα μπορούσαν να ενισχύσουν την υγεία του εγκεφάλου και να καταπολεμήσουν τον καρκίνο. Καθώς οι επιστήμονες συνεχίζουν να εξερευνούν τον ρόλο της κουεοσίνης, η κατανόηση της σύνδεσης μεταξύ διατροφής, μικροβιώματος και γενετικής έκφρασης υπόσχεται να αλλάξει τον τρόπο που προσεγγίζουμε την υγεία και την πρόληψη ασθενειών, προσφέροντας ελπίδα για ένα πιο υγιές μέλλον.

author avatar
NewsOk
Νέα από την Ελλάδα και τον Κόσμο & Ιστορικά Βίντεο