
Ο «Σιδηρούς» Καγκελάριος που πολέμησε την Ελλάδα: Η περίπτωση του Μέτερνιχ και της Ελληνικής Επανάστασης
Ο Αρχιτέκτονας της Παλινόρθωσης
Ο Κλέμενς φον Μέτερνιχ (Klemens von Metternich) ήταν ένας από τους κορυφαίους πολιτικούς της Αυστριακής Αυτοκρατορίας και η ψυχή της λεγόμενης Παλινόρθωσης (Restoration). Μετά την ήττα του Ναπολέοντα το 1815, ο Μέτερνιχ, ως πρόεδρος του Συνεδρίου της Βιέννης, διαμόρφωσε τον νέο πολιτικό χάρτη της Ευρώπης. Ο κύριος στόχος του ήταν η επιστροφή στην προ-επαναστατική εποχή, η αποκατάσταση των παλαιών μοναρχιών και η καταστολή οποιουδήποτε φιλελεύθερου ή εθνικού κινήματος που θα μπορούσε να απειλήσει την ισορροπία δυνάμεων.
Για τον Μέτερνιχ, η Ευρώπη ήταν ένα σύστημα, ένα αδιάσπαστο οικοδόμημα. Κάθε αναταραχή σε ένα σημείο της ηπείρου θα μπορούσε να έχει καταστροφικές συνέπειες για το σύνολο. Η πολιτική του βασιζόταν σε δύο βασικές αρχές:
- Της Νομιμότητας: Την αναγνώριση των νόμιμων δικαιωμάτων των βασιλικών οίκων που κυβερνούσαν πριν τη Γαλλική Επανάσταση.
- Της Ισορροπίας Δυνάμεων: Την αποτροπή της επικράτησης οποιασδήποτε μεγάλης δύναμης σε βάρος των άλλων.
Η «Ιερή Συμμαχία» και η καταδίκη κάθε επανάστασης
Προς αυτή την κατεύθυνση, ο Μέτερνιχ ήταν ο κύριος εμπνευστής της Ιερής Συμμαχίας, ενός συμφώνου μεταξύ της Αυστρίας, της Πρωσίας και της Ρωσίας. Ουσιαστικά, η Συμμαχία αυτή ήταν μια συμμαχία των ηγεμόνων εναντίον των λαών. Ο απώτερος σκοπός της ήταν η καταστολή οποιασδήποτε επανάστασης που θα απειλούσε την υφιστάμενη τάξη πραγμάτων.
Όταν ξέσπασε η Ελληνική Επανάσταση του 1821, ο Μέτερνιχ την αντιμετώπισε με απόλυτη εχθρότητα και αποδοκιμασία. Δεν έβλεπε τους Έλληνες ως έναν λαό που αγωνιζόταν για την ελευθερία του, αλλά ως ένα ανατρεπτικό κίνημα που απειλούσε τη σταθερότητα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ο ίδιος θεωρούσε την Οθωμανική Αυτοκρατορία ως ένα απαραίτητο «ανάχωμα» στη νοτιοανατολική Ευρώπη, το οποίο απέτρεπε τη ρωσική επέκταση προς τα Βαλκάνια και τα Στενά. Μια αποδυνάμωση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας θα άλλαζε άρδην την ισορροπία δυνάμεων, κάτι που ήταν αντίθετο με τις βασικές του αρχές.
Η σύγκρουση με τον Καποδίστρια και η στάση του Τσάρου
Η στάση του Μέτερνιχ έγινε ιδιαίτερα εμφανής στο Συνέδριο του Λάιμπαχ (Λιουμπλιάνας) το 1821, όπου ο ίδιος προήδρευε. Εκεί, ο Αλέξανδρος Υψηλάντης, αρχηγός της Φιλικής Εταιρείας, έστειλε μια επιστολή στον Τσάρο της Ρωσίας, Αλέξανδρο Α’, ζητώντας τη βοήθειά του.
Ο Μέτερνιχ, με έντονες διπλωματικές προσπάθειες και επιχειρηματολογία, κατάφερε να πείσει τον Τσάρο να καταδικάσει την Επανάσταση. Ο Αλέξανδρος Α’ -που μέχρι τότε ήταν φιλικός προς τους Έλληνες- υπέκυψε στις πιέσεις του Μέτερνιχ, καθώς ήταν και ο ίδιος μέλος της Ιερής Συμμαχίας. Το αποτέλεσμα ήταν η διαγραφή του Υψηλάντη από τον ρωσικό στρατό και η επίσημη αποκήρυξη της Ελληνικής Επανάστασης.
Ο Μέτερνιχ κατηγορούσε τον Υψηλάντη ως «ταραχοποιό» και την Επανάσταση ως έργο της Ρωσίας, επιθυμώντας να προκαλέσει ρήξη μεταξύ της Ρωσίας και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ο Έλληνας υπουργός Εξωτερικών της Ρωσίας, Ιωάννης Καποδίστριας, προσπάθησε να αντικρούσει τα επιχειρήματα του Μέτερνιχ, αλλά οι προσπάθειές του δεν είχαν αποτέλεσμα. Η σύγκρουση μεταξύ των δύο ανδρών ήταν έντονη, με τον Καποδίστρια να προσπαθεί να προστατεύσει την ελληνική υπόθεση και τον Μέτερνιχ να την καταδικάζει ως ένα επικίνδυνο εγχείρημα.
Το τέλος της πολιτικής του Μέτερνιχ
Παρά την αρχική ισχύ της Ιερής Συμμαχίας, η Ελληνική Επανάσταση τελικά πέτυχε. Οι αντικρουόμενες πολιτικές των Μεγάλων Δυνάμεων, ο Φιλελληνισμός που αναπτύχθηκε στην Ευρώπη και η απροσδόκητη επιτυχία των Ελλήνων στον αγώνα τους, υπονόμευσαν σταδιακά τη συνοχή του συστήματος του Μέτερνιχ. Η ναυμαχία του Ναυαρίνου (1827), όπου οι στόλοι της Αγγλίας, της Γαλλίας και της Ρωσίας κατέστρεψαν τον τουρκοαιγυπτιακό στόλο, σήμανε το τέλος της πολιτικής του «Σιδηρού» Καγκελαρίου απέναντι στο ελληνικό ζήτημα.
Η δημιουργία του ανεξάρτητου ελληνικού κράτους το 1830 ήταν μια συντριπτική ήττα για την πολιτική του Μέτερνιχ, καθώς έδειξε ότι οι ιδέες του Φιλελευθερισμού και των εθνικών κρατών μπορούσαν να επικρατήσουν έναντι της Παλινόρθωσης. Ο Μέτερνιχ συνέχισε να κυβερνά την Αυστρία για χρόνια, αλλά το πολιτικό του οικοδόμημα είχε ήδη αρχίσει να ραγίζει. Η Επανάσταση του 1848, που εξαπλώθηκε σε όλη την Ευρώπη, τον ανάγκασε να παραιτηθεί και να εγκαταλείψει την πολιτική σκηνή, σηματοδοτώντας το οριστικό τέλος της εποχής του.