Σε μια κίνηση που θυμίζει τις πιο σκληρές στιγμές της πρώτης του θητείας, ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ υπέγραψε χθες, Δευτέρα 24 Νοεμβρίου 2025, εκτελεστικό διάταγμα που πυροδοτεί τη διαδικασία ορισμού συγκεκριμένων παραρτημάτων των Αδελφών Μουσουλμάνων ως «ξένων τρομοκρατικών οργανώσεων» (FTOs) και «ειδικά ορισμένων παγκόσμιων τρομοκρατών». Δεν είναι απλώς γραφειοκρατική απόφαση: Είναι ένα βήμα που μπορεί να αλλάξει το παιχνίδι στην καταπολέμηση του εξτρεμισμού, αλλά και να πυροδοτήσει διεθνείς εντάσεις, με την Ευρώπη –και ειδικά τη Γαλλία– να κοιτάζει με ενδιαφέρον και επιφυλακτικότητα.
Το διάταγμα, που δημοσιοποιήθηκε από τον Λευκό Οίκο, εστιάζει σε παραρτήματα του κινήματος στον Λίβανο, την Ιορδανία και την Αίγυπτο –την πατρίδα ίδρυσης των Αδελφών Μουσουλμάνων το 1928. Σύμφωνα με το έγγραφο, αυτές οι ομάδες «εμπλέκονται σε ή ενθαρρύνουν βία και αποσταθεροποίηση που βλάπτουν τις χώρες τους, Αμερικανούς πολίτες και αμερικανικά συμφέροντα», με ιδιαίτερη αναφορά σε δεσμούς με την Χαμάς. Η εκτέλεση της διαδικασίας ανατίθεται στον Υπουργό Εξωτερικών Μάρκο Ρούμπιο και τον Υπουργό Οικονομικών Σκοτ Μπέσεντ, οι οποίοι έχουν 60 ημέρες για να ολοκληρώσουν την αξιολόγηση.
Τι σημαίνει αυτό στην πράξη; Ο ορισμός ως FTO ανοίγει την πόρτα σε σκληρά μέτρα: Πάγωμα περιουσιακών στοιχείων στις ΗΠΑ, απαγόρευση οικονομικών συναλλαγών, απαγόρευση εισόδου μελών και ακόμη και ποινικές διώξεις για όσους τους υποστηρίζουν. Για ένα κίνημα που ιδρύθηκε ως μετριοπαθής ισλαμιστική δύναμη και υπήρξε βασική δύναμη αντιπολίτευσης στην Αίγυπτο για δεκαετίες, αυτή η εξέλιξη είναι πλήγμα: Ήδη χαρακτηρισμένοι «τρομοκρατική οργάνωση» στην Αίγυπτο από το 2013 (μετά την ανατροπή του Μοχάμεντ Μούρσι), απαγορευμένοι στη Σαουδική Αραβία και πρόσφατα στην Ιορδανία για «αποσταθεροποιητικές δραστηριότητες» όπως η αποθήκευση εκρηκτικών.
Η απόφαση έρχεται σε μια περίοδο έντασης, μερικούς μήνες μετά την έναρξη της δεύτερης θητείας Τραμπ. Οργανώσεις όπως η Foundation for Defense of Democracies (FDD) χειροκροτούν την κίνηση ως «απαραίτητο βήμα κατά της τρομοκρατίας», ενώ στην Ουάσινγκτον συζητείται εδώ και χρόνια νομοσχέδιο (HR 3892) για τον ίδιο σκοπό. Ωστόσο, επικριτές προειδοποιούν για κινδύνους: Το κίνημα έχει εκατομμύρια υποστηρικτές παγκοσμίως και η χαρακτηριστικοποίησή του μπορεί να ενισχύσει ακραίες φωνές, αντί να τις αποδυναμώσει.
Και ενώ η Ουάσινγκτον κινείται γρήγορα, η Ευρώπη δεν μένει αμέτοχη. Στη Γαλλία, ο πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν έχει ήδη δώσει προτεραιότητα στο ζήτημα, με δύο συμβούλια άμυνας και εθνικής ασφαλείας φέτος να εστιάζουν στον «εισοδισμό» (entryism) των Αδελφών Μουσουλμάνων σε θεσμούς. Μια κυβερνητική έκθεση του Μαΐου 2025 προειδοποιεί για «ύπουλη αλλά υπονομευτική εξάπλωση» της ιδεολογίας τους σε σχολεία, τοπικές κυβερνήσεις και δημόσιους οργανισμούς, χαρακτηρίζοντάς το ως απειλή για την εθνική συνοχή. Ο Μακρόν κάλεσε σε άμεσα μέτρα, συμπεριλαμβανομένου νομοσχεδίου κατά της χρηματοδότησής τους, βλέποντας σε αυτό ένα «μακροπρόθεσμο ισλαμιστικό σχέδιο» για αλλαγή της γαλλικής κοινωνίας. Παρόμοιες ανησυχίες εκφράζονται σε όλη την ΕΕ, με αναφορές για επιρροή σε καμπάνιες ελευθερίας θρησκείας.
Αυτή η εξέλιξη δεν αφορά μόνο την τρομοκρατία: Είναι μέρος ευρύτερης συζήτησης για την ισορροπία μεταξύ ασφάλειας και πολιτικών ελευθεριών. Οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι πρεσβεύουν ένα «πολιτικό Ισλάμ» που πολλοί βλέπουν ως γέφυρα, αλλά άλλοι ως καμουφλάζ για εξτρεμισμό. Με την απόφαση Τραμπ, η μπάλα πέφτει τώρα στο γήπεδο των διεθνών οργανισμών και των συμμάχων: Θα ακολουθήσουν Γαλλία και ΕΕ, ή θα προκριθεί η διπλωματική προσοχή; Όπως δήλωσε ο Ρούμπιο, «είναι καιρός να τερματίσουμε αυτή την απειλή». Στην εποχή μας, όπου η τρομοκρατία εξελίσσεται γρήγορα, τέτοιες αποφάσεις μπορεί να σώσουν ζωές – ή να πυροδοτήσουν νέες συγκρούσεις.
