Σε μια ομιλία που θύμισε περισσότερο θεατρική παράσταση παρά σοβαρή γεωπολιτική ανάλυση, ο Τούρκος Πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν ισχυρίστηκε χθες ότι καμία πολιτική ή ασφαλιστική «εξίσωση» –από τη Συρία και τη Γάζα μέχρι τον Κόλπο και τον πόλεμο Ρωσίας-Ουκρανίας– δεν μπορεί να σχηματιστεί παγκοσμίως χωρίς την εμπλοκή της Τουρκίας. Μιλώντας στην τελετή λήξης των «Συναντήσεων Αιώνα της Τουρκίας» στο Κέντρο Συνεδρίων του Ιστανμπούλ, ο Ερντογάν παρουσιάστηκε ως ο απόλυτος ρυθμιστής του χάους, χαρακτηρίζοντας τη χώρα του «εκτιμώμενη φωνή» που «εξάγει ειρήνη και σταθερότητα».
Ωστόσο, πίσω από τις φανταχτερές φράσεις, η πραγματικότητα δείχνει μια Τουρκία απομονωμένη, με εντάσεις σε κάθε γειτονιά και μια ηγεσία που προτιμά τις μεγαλοστομίες από τις ουσιαστικές λύσεις.
Η δήλωση αυτή, που έγινε γνωστή μέσα από τουρκικά κρατικά ΜΜΕ όπως το TRT World και το Anadolu Agency, έρχεται σε μια περίοδο όπου η Άγκυρα αντιμετωπίζει σοβαρές προκλήσεις: Από την οικονομική κρίση με πληθωρισμό πάνω από το 70%, μέχρι τις συνεχείς παραβιάσεις ελληνικού εναέριου χώρου και τις απειλές κατά της Κύπρου. «Η Τουρκία έχει γίνει μια χώρα που όλοι αναγνωρίζουν τη δύναμή της τόσο στο πεδίο όσο και στο τραπέζι», καυχήθηκε ο Ερντογάν, τονίζοντας ένα όραμα όπου «κανένα παιδί δεν χάνεται, καμία μητέρα δεν κλαίει και η ειρήνη, η ασφάλεια και η ευημερία βασιλεύουν». Μακριά από ρομαντικές αφηγήσεις, αυτή η «εξαγωγή ειρήνης» συχνά μεταφράζεται σε στρατιωτικές επεμβάσεις, όπως στην Συρία και τη Λιβύη, που έχουν προκαλέσει ανθρωπιστικές κρίσεις και διεθνή καταδίκη.
Ας δούμε τα γεγονότα πίσω από την ρητορική. Στη Συρία, η Τουρκία υποστηρίζει ένοπλες ομάδες που εμπλέκονται σε βιαιότητες, ενώ η παρουσία της στο βόρειο τμήμα του συγκρούεται με συμφέροντα ΗΠΑ και Ρωσίας – όχι ως «ειρηνοποιός», αλλά ως παράγοντας αστάθειας. Στη Γάζα, οι δηλώσεις του Ερντογάν για «υποστήριξη» του Παλαιστινίου λαού ακούγονται κούφιες, όταν η Άγκυρα συνεχίζει εμπορικές σχέσεις με το Ισραήλ και αποφεύγει ουσιαστικές διπλωματικές πρωτοβουλίες. Στον Κόλπο, οι φιλικές σχέσεις με το Κατάρ και η Ιρανική ένταση δείχνουν μια Τουρκία που παίζει επικίνδυνα παιχνίδια, ενώ στον πόλεμο Ουκρανίας, η μεσολάβηση με τα «σιτηρά» ήταν παροδική νίκη, αλλά η άρνηση πλήρους στήριξης στην Ουκρανία και οι κρυφές συναλλαγές με τη Μόσχα υπονομεύουν κάθε αξίωση ηγεσίας.
Ο Ερντογάν δεν σταμάτησε εκεί: «Με κοινή βούληση, θα χτίσουμε πρώτα μια Τουρκία χωρίς τρομοκρατία, μετά μια περιοχή χωρίς τρομοκρατία», δήλωσε, στρέφοντας το βλέμμα στην εσωτερική καταστολή κατά Κούρδων και αντιφρονούντων. Αυτή η «κοινή βούληση» μοιάζει περισσότερο με καταπίεση, με χιλιάδες πολιτικούς κρατούμενους και ΜΜΕ υπό έλεγχο, σύμφωνα με εκθέσεις διεθνών οργανισμών όπως η Human Rights Watch. Σε μια εποχή παγκόσμιων προκλήσεων –από την κλιματική αλλαγή μέχρι τις εμπορικές εντάσεις–, η Τουρκία του Ερντογάν εμφανίζεται ως εμπόδιο, όχι ως γέφυρα: Οι απειλές κατά της Ελλάδας για «αποστρατικοποίηση» νησιών και η επεκτατική ρητορική στο Αιγαίο δημιουργούν εντάσεις που απειλούν την ευρωπαϊκή σταθερότητα.
Ποια είναι η πραγματική εικόνα; Παρά τις υπερβολές, η Τουρκία διαθέτει στρατηγική θέση και στρατιωτική ισχύ, αλλά η ηγεσία του Ερντογάν την σπαταλά σε εθνικιστικά ξεσπάσματα και συμμαχίες ευκαιρίας –όπως με τη Ρωσία, παρά τις NATO δεσμεύσεις. Διεθνή μέσα, όπως το BBC και το Reuters, έχουν επανειλημμένα επισημάνει ότι η τουρκική διπλωματία είναι απρόβλεπτη και συχνά αντιπαραγωγική. Η δήλωση αυτή δεν πείθει: Σε έναν κόσμο που χρειάζεται συνεργασία, όχι μονολόγους, η Άγκυρα φαίνεται να μένει πίσω, εγκλωβισμένη σε παλιές φιλοδοξίες. Ίσως είναι ώρα για λιγότερα λόγια και περισσότερη ουσία – αλλά με τον Ερντογάν στο τιμόνι, αυτό φαντάζει μακρινό όνειρο.
