Όταν οι αριθμοί λένε… μισή αλήθεια: Η ακρίβεια των δημοσκοπήσεων στο μικροσκόπιο

User avatar placeholder
Written by NewsOk Team

21 Νοεμβρίου 2025

Σε έναν κόσμο όπου τα social media και οι ειδήσεις διαμορφώνουν την καθημερινή μας αντίληψη για την πολιτική, οι δημοσκοπήσεις λειτουργούν σαν φάρος: υπόσχονται να φωτίσουν τις προθέσεις των ψηφοφόρων πριν καν ακουστεί η κάλπη. Αλλά τι γίνεται όταν αυτός ο φάρος… στραβώνει; Οι πρόσφατες εκλογικές μάχες, από τις ΗΠΑ το 2016 και το 2020 μέχρι τις εκπλήξεις σε διάφορες χώρες, έχουν δείξει ότι οι αριθμοί δεν λένε πάντα την πλήρη αλήθεια. Με αφορμή την αυξανόμενη δυσπιστία του κοινού, ας βάλουμε τις δημοσκοπήσεις κάτω από το μικροσκόπιο, βασιζόμενοι σε έγκυρες διεθνείς πηγές όπως το Pew Research Center και η American Association for Public Opinion Research (AAPOR). Θα δούμε πού πέφτουν έξω, γιατί συμβαίνει αυτό και πώς οι ειδικοί προσπαθούν να το διορθώσουν – χωρίς υπερβολές, αλλά με στοιχεία που εμπνέουν σκέψη.

Η μαγεία (και οι παγίδες) πίσω από τους αριθμούς

Οι δημοσκοπήσεις δεν είναι απλώς “ένα δείγμα από 1.000 ανθρώπους”. Βασίζονται σε επιστημονικές μεθόδους δειγματοληψίας, όπου ένα μικρό κομμάτι του πληθυσμού –συνήθως 800-2.000 άτομα– πρέπει να αντικατοπτρίζει την ευρύτερη εικόνα. Οι στατιστικοί υπολογίζουν το “περιθώριο λάθους” (margin of error), που δείχνει πόσο μπορεί να αποκλίνει το αποτέλεσμα από την πραγματικότητα. Για παράδειγμα, αν μια δημοσκόπηση δείχνει 50% υποστήριξη σε έναν υποψήφιο με ±3% περιθώριο, η πραγματική εικόνα μπορεί να είναι από 47% έως 53%. Απλό, έτσι;

Όμως, αυτό το περιθώριο καλύπτει μόνο το “δείγμα λάθος” –δηλαδή την τυχαιότητα της επιλογής. Δεν υπολογίζει άλλα “φαντάσματα” όπως η μη αντικατοπτρισιμότητα του δείγματος ή οι αλλαγές στην τελευταία στιγμή. Σύμφωνα με την AAPOR, οι δημοσκοπήσεις συχνά υποφέρουν από χαμηλά ποσοστά ανταπόκρισης –μόλις 1-8% σε ορισμένες περιπτώσεις– κάτι που κάνει ακόμα και μικρές διαφορές σε ποιος απαντά να εισάγει προκαταλήψεις (biases).

Παραδείγματα από την πραγματική ζωή: Όταν οι προβλέψεις… εκπλήσσουν

Θυμάστε το 2016 στις ΗΠΑ; Οι δημοσκοπήσεις προέβλεπαν νίκη της Χίλαρι Κλίντον, αλλά ο Ντόναλντ Τραμπ κέρδισε τα κρίσιμα swing states. Το μέσο σφάλμα ήταν περίπου 2-3%, αλλά αρκετό για να αλλάξει τα πάντα. Το 2020, η ιστορία επαναλήφθηκε: Οι δημοσκοπήσεις υπερεκτίμησαν το προβάδισμα του Τζο Μπάιντεν κατά 3,9 εκατοστιαίες μονάδες εθνικά και 4,3% σε πολιτειακό επίπεδο –το μεγαλύτερο σφάλμα σε 40 χρόνια, σύμφωνα με την AAPOR. Στην Ουάσινγκτον, για παράδειγμα, οι προβλέψεις έδιναν +9% στον Μπάιντεν, ενώ το αποτέλεσμα ήταν πολύ πιο κλειστό.

Δεν είναι μόνο αμερικανικό φαινόμενο. Στην Αργεντινή το 2019, οι δημοσκοπήσεις απέτυχαν παταγωδώς να προβλέψουν την εκλογή του Χαβιέρ Μιλέι, προκαλώντας οικονομική αναταραχή. Στην Βραζιλία το 2018, παρόμοια λάθη με τον Ζαΐρ Μπολσονάρου. Και στις βρετανικές εκλογές του 2015, οι προβλέψεις για συνασπισμό απέτυχαν, με το Συντηρητικό Κόμμα να κερδίζει αυτοδύναμη πλειοψηφία. Αυτές οι “εκπλήξεις” δεν είναι τυχαίες: Στις ΗΠΑ, οι δημοσκοπήσεις υποεκτίμησαν συστηματικά την υποστήριξη στον Τραμπ, ιδίως μεταξύ λευκών ψηφοφόρων χωρίς πτυχίο και Ρεπουμπλικανών που δίσταζαν να απαντήσουν.

Οι “ένοχοι” πίσω από τα λάθη: Από το δείγμα στην ψυχολογία

Γιατί συμβαίνει αυτό; Οι ειδικοί εντοπίζουν τέσσερις βασικούς παράγοντες:

  1. Μη αντιπροσωπευτικά δείγματα (Sampling Bias): Σήμερα, με τηλεφωνικές κλήσεις σε σταθερά τηλέφωνα ή online έρευνες, αποκλείονται ομάδες όπως οι νέοι, οι φτωχότεροι ή οι αγροτικές περιοχές. Στις ΗΠΑ, οι Ρεπουμπλικάνοι είναι λιγότερο πιθανό να απαντήσουν, κάτι που ροκανίζει την ακρίβεια. Ένα κλασικό παράδειγμα είναι το 1936, όπου το περιοδικό Literary Digest ρώτησε 2 εκατομμύρια άτομα –αλλά μόνο πλούσιους συνδρομητές– και προέβλεψε λάθος νικητή.
  2. Κοινωνική επιθυμητότητα (Social Desirability Bias): Οι άνθρωποι λένε ό,τι “πρέπει” να πουν, όχι ό,τι σκέφτονται. Σε αμφιλεγόμενους υποψήφιους όπως ο Τραμπ, οι υποστηρικτές μπορεί να κρύψουν την προτίμησή τους από φόβο κριτικής.
  3. Λάθη στην πρόβλεψη συμμετοχής (Turnout Models): Οι δημοσκοπήσεις ρωτούν “πιθανούς ψηφοφόρους”, αλλά ποιοι θα ψηφίσουν τελικά; Οι Δημοκρατικοί συχνά λένε ότι θα ψηφίσουν, αλλά δεν το κάνουν, ενώ οι Ρεπουμπλικάνοι είναι πιο αξιόπιστοι στην κάλπη.
  4. Υπερβολική βαρύτητα σε μοντέλα (Over-Reliance on Weighting): Οι στατιστικοί “ζυγίζουν” τα δεδομένα για να διορθώσουν ανισορροπίες (π.χ. περισσότεροι μορφωμένοι), αλλά αν τα μοντέλα είναι λάθος, το σφάλμα πολλαπλασιάζεται. Το Pew Research τονίζει ότι ακόμα και μικρές αποκλίσεις σε χαρακτηριστικά όπως η εμπιστοσύνη στο σύστημα μπορούν να διαστρεβλώσουν τα αποτελέσματα.

Αυτοί οι παράγοντες εξηγούν γιατί, παρόλο που οι εθνικές δημοσκοπήσεις συχνά πετυχαίνουν το γενικό αποτέλεσμα, αποτυγχάνουν σε κλειστές μάχες όπου μετράει κάθε ποσοστιαία μονάδα.

Βήματα μπροστά: Πώς γίνονται οι δημοσκοπήσεις πιο “έξυπνες”

Οι ειδικοί δεν κάθονται με σταυρωμένα χέρια. Μετά το 2020, το 61% των αμερικανικών εταιρειών άλλαξε μεθόδους, προσθέτοντας SMS, probability-based panels (όπως το American Trends Panel του Pew) και πολλαπλές προσεγγίσεις. Το Pew, για παράδειγμα, χρησιμοποιεί το National Public Opinion Reference Survey (NPORS) –μια ετήσια έρευνα με υψηλή ανταπόκριση– ως “πρότυπο” για να διορθώνει τα δείγματά του σε παράγοντες όπως η περιοχή, η θρησκεία και η εθελοντική συμμετοχή.

Άλλες βελτιώσεις περιλαμβάνουν:

  • Βαρύτητα στην εκπαίδευση και παρελθόν ψήφο: Από το 2016, οι δημοσκόποι ζυγίζουν βάσει μορφωτικού επιπέδου και προηγούμενων εκλογών για να πιάσουν “κρυφούς” ψηφοφόρους.
  • Υβριδικές μέθοδοι: Συνδυασμός τηλεφώνου, online και προσωπικών συνεντεύξεων για καλύτερη κάλυψη.
  • Εστίαση σε μη απαντητές: Ενθάρρυνση συμμετοχής από ομάδες όπως Ρεπουμπλικάνοι ή λιγότερο ενεργούς πολίτες, μειώνοντας την προκατάληψη.

Στις ενδιάμεσες εκλογές του 2022 στις ΗΠΑ, αυτές οι αλλαγές έφεραν καλύτερα αποτελέσματα: Οι προβλέψεις ήταν πιο κοντά στην πραγματικότητα, χωρίς το πολυπόθητο “κόκκινο κύμα” των Ρεπουμπλικάνων.

Συμπέρασμα: Οι αριθμοί ως εργαλείο, όχι ως προφητεία

Οι δημοσκοπήσεις δεν είναι “ψέματα” –είναι φωτογραφίες μιας στιγμής, με τα όριά τους. Όπως λέει το Pew, σε θέματα πέρα από εκλογές (π.χ. εμβολιασμοί ή οικονομική κατάσταση), η ακρίβεια είναι υψηλή, με σφάλματα μικρότερα του 2%. Αλλά σε κλειστές αναμετρήσεις, θυμηθείτε: Κοιτάξτε πολλές πηγές, ελέγξτε το περιθώριο λάθους και μην παίρνετε τίποτα ως δεδομένο.

Στο τέλος, οι δημοσκοπήσεις μας υπενθυμίζουν κάτι απλό: Η δημοκρατία δεν κρίνεται από αριθμούς, αλλά από την κάλπη. Και εκεί, όλοι μετράμε εξίσου. Εσείς, πιστεύετε στους αριθμούς; Ίσως η επόμενη ψήφος σας να δώσει την απάντηση.