
Συμφωνία ΕΕ-ΗΠΑ για το Εμπόριο Ανατρέπει τα Δεδομένα – «Νέα Εποχή ή Φορολογικός Λαβύρινθος;»
Σε μια κίνηση που χαρακτηρίστηκε ως «το πρώτο βήμα για την ενίσχυση της εμπορικής συνεργασίας», οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ευρωπαϊκή Ένωση ανακοίνωσαν σήμερα, 21 Αυγούστου 2025, την ολοκλήρωση ενός «Πλαισίου Συμφωνίας» για το εμπόριο, όπως ανέφερε κοινή τους δήλωση. Η συμφωνία, που έρχεται μετά την αρχική ανακοίνωση του Προέδρου Ντόναλντ Τραμπ τον Ιούλιο, επιβάλλει δασμούς 15% στα περισσότερα ευρωπαϊκά προϊόντα που εισάγονται στις ΗΠΑ, συμπεριλαμβανομένων φαρμάκων και ημιαγωγών, ενώ διατηρεί προσωρινά τον υψηλό δασμό 27,5% στα ευρωπαϊκά αυτοκίνητα, μέχρι να ψηφιστεί νομοθεσία για τη μείωση δασμών σε αμερικανικά προϊόντα.
Η συμφωνία, που υπογράφηκε μετά από έντονες διαπραγματεύσεις στο γκολφ θέρετρο του Τραμπ στο Τέρνμπερι της Σκωτίας, έχει προκαλέσει ανάμεικτες αντιδράσεις. Η Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, δήλωσε ότι το πλαίσιο «φέρνει σταθερότητα και προβλεψιμότητα» σε μια σχέση που αντιπροσωπεύει σχεδόν το ένα τρίτο του παγκόσμιου εμπορίου. Ωστόσο, ο Γάλλος πρωθυπουργός Φρανσουά Μπεϊρού χαρακτήρισε τη συμφωνία «σκοτεινή μέρα» για την Ευρώπη, κατηγορώντας την ΕΕ ότι «υποτάχθηκε» στις απαιτήσεις του Τραμπ.
Κύρια Στοιχεία της Συμφωνίας
Η συμφωνία προβλέπει ότι περίπου το 70% των ευρωπαϊκών εξαγωγών στις ΗΠΑ θα υπόκεινται σε δασμό 15%, έναντι του μέσου όρου 4,8% που ίσχυε προηγουμένως. Εξαιρούνται ορισμένα προϊόντα, όπως εξαρτήματα αεροσκαφών, χημικά και γεωργικά προϊόντα, που θα απολαμβάνουν μηδενικούς δασμούς. Παράλληλα, η ΕΕ δεσμεύεται να αγοράσει αμερικανικά ενεργειακά προϊόντα αξίας 750 δισεκατομμυρίων δολαρίων έως το 2028 και να επενδύσει 600 δισεκατομμύρια δολάρια στις ΗΠΑ, αν και οι δεσμεύσεις αυτές βασίζονται σε προθέσεις ιδιωτικών εταιρειών και όχι σε κρατικές εγγυήσεις.
Η διατήρηση του δασμού 27,5% στα αυτοκίνητα, αν και προσωρινή, αποτελεί πλήγμα για τη γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία, με τη Γερμανία να αναμένεται να υποστεί τη μεγαλύτερη οικονομική ζημιά, σύμφωνα με το Ινστιτούτο του Κιέλ, το οποίο προβλέπει μείωση του ΑΕΠ της κατά 0,15%. Αντίθετα, ο δασμός 15% στα αυτοκίνητα είναι χαμηλότερος από τον προηγούμενο, προσφέροντας κάποια ανακούφιση σε εταιρείες όπως η Volkswagen και η Mercedes-Benz.
Διχασμένες Αντιδράσεις
Η συμφωνία έχει προκαλέσει έντονες συζητήσεις στην Ευρώπη. Ο Γερμανός Καγκελάριος Φρίντριχ Μερτς καλωσόρισε τη συμφωνία ως «αποτροπή ενός καταστροφικού εμπορικού πολέμου», ενώ η Ιταλίδα πρωθυπουργός Τζόρτζια Μελόνι χαρακτήρισε το αποτέλεσμα «βιώσιμο», αν και ζήτησε περισσότερες λεπτομέρειες. Αντίθετα, η Γαλλία εξέφρασε δυσαρέσκεια, με τον υπουργό Εμπορίου Λοράν Σαιν-Μαρτέν να δηλώνει ότι «ο Τραμπ καταλαβαίνει μόνο τη δύναμη» και ότι η ΕΕ θα έπρεπε να είχε απαντήσει με αντίποινα νωρίτερα.
Η συμφωνία περιλαμβάνει επίσης δεσμεύσεις για συνεργασία σε τομείς όπως η ασφάλεια εφοδιαστικών αλυσίδων και η εναρμόνιση προτύπων για γεωργικά προϊόντα, όπως το χοιρινό και τα γαλακτοκομικά. Ωστόσο, η απουσία σαφών λεπτομερειών και η εξάρτηση από μελλοντικές διαπραγματεύσεις για τομείς όπως τα οινοπνευματώδη ποτά έχουν προκαλέσει ανησυχίες. Η ιταλική ένωση οινοπαραγωγών, Unione Italiana Vini, προειδοποίησε ότι ο δασμός 15% θα αυξήσει την τιμή ενός μπουκαλιού ιταλικού κρασιού στις ΗΠΑ από 11,50 σε σχεδόν 15 δολάρια, πλήττοντας τις εξαγωγές.
Οικονομικές και Γεωπολιτικές Επιπτώσεις
Η συμφωνία αποτρέπει έναν πλήρη εμπορικό πόλεμο, που θα μπορούσε να είχε καταστροφικές συνέπειες για τις δύο μεγαλύτερες οικονομίες του κόσμου. Ωστόσο, η αύξηση των δασμών από το 1,2% του 2024 στο 17,5% κατά μέσο όρο, σύμφωνα με την Capital Economics, αναμένεται να μειώσει το ΑΕΠ της ΕΕ κατά 0,11%. Οι τιμές για ευρωπαϊκά προϊόντα, όπως φάρμακα, κρασιά και καλλυντικά, αναμένεται να αυξηθούν στις ΗΠΑ, με τους Αμερικανούς καταναλωτές να επωμίζονται μέρος του κόστους.
Η δήλωση του Τραμπ ότι η ΕΕ «ήθελε απεγνωσμένα τη συμφωνία» υπογραμμίζει την πίεση που άσκησε η απειλή του για δασμούς 30% στις αρχές Αυγούστου. Η ΕΕ, από την πλευρά της, απέφυγε να ενεργοποιήσει το «όπλο» της κατά της καταναγκαστικής εμπορικής πολιτικής, προτιμώντας τη διπλωματική οδό. Ωστόσο, η συμφωνία θεωρείται από πολλούς ως «ασύμμετρη», με την ΕΕ να υποχωρεί περισσότερο από ό,τι οι ΗΠΑ, ιδιαίτερα σε τομείς όπως η ενέργεια και η αγορά στρατιωτικού εξοπλισμού.
Τι Ακολουθεί;
Η συμφωνία δεν είναι ακόμη νομικά δεσμευτική για την ΕΕ, καθώς απαιτείται η έγκριση των κρατών-μελών και η δημιουργία νομικών εργαλείων, διαδικασία που μπορεί να διαρκέσει εβδομάδες. Οι συνομιλίες συνεχίζονται για την ακριβή λίστα προϊόντων που θα εξαιρεθούν από τους δασμούς, με τις ευρωπαϊκές οινοποιίες και αποσταγματοποιίες να πιέζουν για περαιτέρω εξαιρέσεις. Παράλληλα, οι ΗΠΑ διεξάγουν έρευνες για την εθνική ασφάλεια (Section 232) σε τομείς όπως οι ημιαγωγοί και ο χαλκός, που θα καθορίσουν τους τελικούς δασμούς.
Καθώς ο Τραμπ συνεχίζει την επιθετική εμπορική του πολιτική, με συμφωνίες ήδη με Ιαπωνία, Ηνωμένο Βασίλειο και άλλες χώρες, η συμφωνία με την ΕΕ αποτελεί ορόσημο αλλά και πρόκληση. Ενώ αποτρέπει την άμεση κλιμάκωση, αφήνει ανοιχτά ερωτήματα για το μέλλον των διμερών σχέσεων και την αντοχή της ευρωπαϊκής οικονομίας απέναντι στις νέες φορολογικές πιέσεις.