Στη δίκη ενώπιον του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών για τις υποκλοπές με το λογισμικό Predator κατέθεσε ο Χρήστος Σπίρτζης, εξαπολύοντας σκληρή κριτική κατά του πρωθυπουργού και της κυβέρνησης. Ο κ. Σπίρτζης υποστήριξε ότι ο στόχος των παρακολουθήσεων ήταν ο έλεγχος της πολιτικής, οικονομικής και δημοσιογραφικής ζωής της χώρας και προειδοποίησε για την βαναυσότητα της παραβίασης ιδιωτικότητας.
Όπως τόνισε ο μάρτυρας μπροστά στο δικαστήριο, «Εδώ δεν μιλάμε για υποκλοπή κάποιων μηνυμάτων, αλλά μπορούν να ενεργοποιήσουν οθόνη κινητού να σε δουν σε προσωπικές στιγμές σε συνομιλίες με τα παιδιά και τη γυναίκα σου, καταπατούν κάθε έννοια προσωπικών δικαιωμάτων σε μια δημοκρατική κοινωνία. Σημασία δεν έχει μόνο ποιος έδωσε εντολή που είναι η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη , αλλά και που χρησιμοποιήθηκαν αυτά που υπεκλάπησαν». Επίσης ανέφερε ότι, λόγω της ιδιότητάς του, είχε στη διάθεσή του κρίσιμα έγγραφα και μηνύματα, εξηγώντας: «Εγώ στο μέιλ μου είχα το σύνολο της διαπραγμάτευσης με τους θεσμούς το 2016 γιατί ως υπουργος μου κοινοποιούνταν όλα τα μηνύματα. Υπάρχουν και κρατικά μυστικά και απόρρητα ζητήματα και θα μπορούσαν να διαταράξουν τη σχέση της χώρα μας με κράτη και διεθνείς οργανισμούς».
Ο κ. Σπίρτζης επέκρινε επίσης πολιτικά πρόσωπα που, όπως είπε, ειδοποιήθηκαν από την Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων για προσπάθειες παρακολούθησης αλλά «δεν κινητοποιήθηκαν»: «Είναι ντροπή του που δεν έχουν κάνει καμία ενέργεια. Είναι απόρροιας άξιο που δεν έχουν εμφανιστεί ενώ έχουν ενημερωθεί. Νομίζω φοβούνται ή το υλικό της παρακολούθησης του ή να μην διαταράξουν τη σχέση τους με την ηγετική ομάδα της κυβέρνησης και τον πρωθυπουργό. Ας πούμε ο κύριος Χατζηδάκης είναι αντιπρόεδρος κυβέρνησης και εκπροσωπεί τη χώρα σε διεθνείς οργανισμού. Αν εγώ ήμουν στη θέση του, δεν θα ήμουν στην ΝΔ ή τουλάχιστον θα είχα κάνει ό,τι κι εγώ κι οι υπόλοιποι, θα δήλωνα στήριξη της κατηγορίας».
Αναφέρθηκε επίσης σε συγκεκριμένα «μολυσμένα» μηνύματα που του εστάλησαν όταν ήταν βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ: «αποστάλθηκαν τρία μηνύματα προσωποποιημένα και μολυσμένα από το Predator σε δύο κινητό του. Δύο στο ένα κινητό και ένα στο δεύτερο κινητό που επειδή δεν το χρησιμοποιούσα το μήνυμα έμεινε για λίγο εκεί με μετά διεγράφη». Περιέγραψε την εμπειρία του με τα links που λάμβανε και τη διερεύνηση που ακολούθησε μαζί με συναδέλφους: εντόπισε τα μηνύματα και τα ανάλυσε μαζί με το Citizen Lab.
Σε ερωτήσεις του προέδρου για τα κίνητρα της παρακολούθησης, απάντησε πως «Ήθελε να δομήσει το δραματικό καθεστώς για τη χώρα που βιώνουμε. Θα έλεγχε την πολιτική, δημοσιογραφική ζωή, το στρατό και την οικονομική ζωή, την αστυνομία γιατί παρακολουθούσε στελέχη της». Όταν ρωτήθηκε αν είχε γίνει παράλληλη διάταξη από την ΕΥΠ, απάντησε ότι «Η ενημέρωση ήταν πως δεν είχα παράλληλη διάταξη από ΕΥΠ και αυτό τα κάνει ακόμα χειρότερα τα πράγματα. Σημαίνει ότι υπήρχε ενιαίο κέντρο που έλεγε ποιον να παρακολουθήσει είτε νομιμοφανώς μέσω της ΕΥΠ ή μέσω εταιρειών που εμπορευόντουσαν το Predator. Στη δεύτερη περίπτωση η κυβέρνηση δεν έχει άλλοθι».
Ο μάρτυρας περιέγραψε τη σχέση εταιρειών που εμπορεύονται το λογισμικό, αναφέροντας ότι η Intelexa και η Krikel είχαν ενεργή συνεργασία και ότι τέτοιες εταιρείες, όπως είπε, συνεργάζονται μόνο με κυβερνήσεις και απαιτούν ειδικές άδειες. Επισήμανε ότι η ΕΔΕ του υπουργείου Εξωτερικών αποτιμά το λογισμικό ως κατασκοπευτικό και χαρακτήρισε «απαράδεκτη» για ευρωπαϊκή χώρα την αδειοδότηση εμπορίας αυτών των εργαλείων.
Απαντώντας στον εισαγγελέα για το κόστος των υπηρεσιών, ο κ. Σπίρτζης είπε: «Όχι. Νομίζω ότι 7 εκατομμύρια». Επισήμανε όμως ότι υπάρχουν διαφορετικά «μονοπάτια» πληρωμών και ένα σύνθετο πλέγμα εταιρειών που μπορούν να κρύψουν ροές χρημάτων, ενώ μίλησε για επέκταση της σύμβασης συντήρησης που αφορούσε λειτουργία σε Έβρο και νησιά.
Για τις τεχνικές προδιαγραφές του λογισμικού επεσήμανε ότι απαιτούνται ταχύτατες συνδέσεις και εξειδικευμένος εξοπλισμός και περιέγραψε τις δυσκολίες εντοπισμού των υπευθύνων, εξηγώντας ότι «δημιουργούν ένα πρόσωπο εικονικό» μέσω πολλών εταιρειών και διαφημιστικών μηχανισμών, γεγονός που καθιστά την ανίχνευση δύσκολη και απαιτεί μέσα μεγαλύτερων διεθνών οργανισμών ή πανεπιστημίων.
Κατέληξε αποδίδοντας ευθύνη στον πυρήνα της εξουσίας: «Το καθεστώς Μητσοτάκη χρησιμοποιούσε τη νομοθετική εξουσία και τη διακυβέρνηση της χώρας για να συγκαλύψει όλη αυτή την παράνομη δραστηριότητα και να αλλάξει το σύνολο της πολιτικής και οικονομικής ζωής της χώρας», όπως κατέθεσε ενώπιον του δικαστηρίου.


