
Ερντογάν: «Οι υπεύθυνοι για τα λιμοκτονούντα παιδιά της Γάζας θα λογοδοτήσουν» – Η κρίση κλιμακώνεται
Σε δηλώσεις του την Πέμπτη 7 Αυγούστου 2025, ο Πρόεδρος της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν καταδίκασε τις ισραηλινές ενέργειες στη Λωρίδα της Γάζας, δηλώνοντας κατά τη διάρκεια κοινής συνέντευξης Τύπου με τον Πρωθυπουργό της Σενεγάλης Ουσμάν Σονκό στην Άγκυρα: «Οι υπεύθυνοι για τα λιμοκτονούντα, εξαθλιωμένα αθώα παιδιά στη Γάζα θα λογοδοτήσουν οπωσδήποτε, τόσο ενώπιον του νόμου όσο και της ιστορίας». Πρόσθεσε ότι η Τουρκία θα συνεχίσει τις προσπάθειες για τον τερματισμό της κρίσης, χαρακτηρίζοντας τις εξελίξεις στη Γάζα ως «γενοκτονία».
Η Ανθρωπιστική Κρίση στη Γάζα
Η Λωρίδα της Γάζας αντιμετωπίζει μια από τις χειρότερες ανθρωπιστικές κρίσεις των τελευταίων δεκαετιών. Σύμφωνα με το Υπουργείο Υγείας της Γάζας, από τον Οκτώβριο του 2023 έχουν καταγραφεί τουλάχιστον 147 θάνατοι από υποσιτισμό, με το 80% των θυμάτων να είναι παιδιά. Ο ισραηλινός αποκλεισμός, που εντάθηκε τον Μάρτιο του 2025, έχει περιορίσει δραστικά την πρόσβαση σε τρόφιμα, νερό και ιατρική βοήθεια. Η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες (UNRWA) αναφέρει ότι ο πληθυσμός της Γάζας ζει σε συνθήκες ακραίας ανέχειας, με εκατομμύρια ανθρώπους να εξαρτώνται από περιορισμένες και επικίνδυνες διανομές βοήθειας.
Οργανώσεις όπως οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα και η Oxfam έχουν καταγγείλει τη «μαζική λιμοκτονία» που προκαλείται από τον αποκλεισμό, ενώ η UNICEF επισημαίνει ότι τα παιδιά που επιβιώνουν αντιμετωπίζουν μη αναστρέψιμες βλάβες λόγω παρατεταμένης πείνας. Το σύστημα διανομής του Gaza Humanitarian Foundation (GHF), που υποστηρίζεται από το Ισραήλ και τις ΗΠΑ, έχει δεχθεί κριτική για την ανεπάρκειά του, καθώς τα τέσσερα σημεία διανομής δεν επαρκούν για τις ανάγκες του πληθυσμού, ενώ δεκάδες Παλαιστίνιοι έχουν χάσει τη ζωή τους σε αυτά από πυρά ή συνωστισμό.
Διεθνείς Αντιδράσεις
Οι δηλώσεις του Ερντογάν εντάσσονται σε ένα ευρύτερο πλαίσιο διεθνούς ανησυχίας. Οι ΗΠΑ, μέσω του Προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, αναγνώρισαν την ύπαρξη «πραγματικής λιμοκτονίας» στη Γάζα, σε αντίθεση με τον Ισραηλινό Πρωθυπουργό Μπενιαμίν Νετανιάχου, ο οποίος αρνείται την έκταση της κρίσης. Η ΕΕ, η Βραζιλία και η Ιρλανδία πιέζουν για την αναγνώριση παλαιστινιακού κράτους και την άρση του αποκλεισμού, ενώ ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) χαρακτηρίζει την κατάσταση «ανθρωπογενή καταστροφή». Από την άλλη, το Ισραήλ επιμένει ότι ο αποκλεισμός είναι απαραίτητος για την ασφάλειά του, κατηγορώντας τη Χαμάς για την κρίση.
Η Τουρκία, υπό την ηγεσία του Ερντογάν, έχει υιοθετήσει σκληρή ρητορική κατά του Ισραήλ, χαρακτηρίζοντας τις ενέργειές του «εγκλήματα πολέμου». Ωστόσο, η στάση της Άγκυρας έχει προκαλέσει αντιδράσεις στο εσωτερικό, με την αντιπολίτευση να κατηγορεί τον Ερντογάν ότι χρησιμοποιεί την κρίση για να ενισχύσει την εικόνα του διεθνώς, ενώ οι σχέσεις της Τουρκίας με το Ισραήλ παραμένουν τεταμένες μετά την αποκατάσταση των διπλωματικών δεσμών το 2022.
Πολιτικές και Στρατηγικές Διαστάσεις
Η έντονη ρητορική του Ερντογάν μπορεί να ερμηνευθεί ως προσπάθεια ενίσχυσης της επιρροής της Τουρκίας στον μουσουλμανικό κόσμο και ως αντίδραση στις πρόσφατες αποφάσεις του Ισραήλ να επεκτείνει τον στρατιωτικό έλεγχο στη Γάζα. Παράλληλα, η συνεργασία του με αφρικανικές χώρες, όπως η Σενεγάλη, υπογραμμίζει τη στρατηγική της Τουρκίας να διευρύνει τη διπλωματική της παρουσία στην Αφρική.
Από την άλλη πλευρά, η Χαμάς κατηγορεί το Ισραήλ για «συστηματική γενοκτονία», ενώ ο ισραηλινός στρατός δηλώνει ότι οι επιχειρήσεις του στοχεύουν μόνο μαχητές της οργάνωσης. Η διεθνής κοινότητα παραμένει διχασμένη, με τις ΗΠΑ και ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες να υποστηρίζουν το δικαίωμα του Ισραήλ στην αυτοάμυνα, ενώ άλλες καλούν για άμεση κατάπαυση του πυρός.
Η δήλωση του Ερντογάν για λογοδοσία των υπευθύνων για την κρίση στη Γάζα αντικατοπτρίζει την κλιμακούμενη διεθνή ένταση γύρω από το παλαιστινιακό ζήτημα. Ενώ η Τουρκία τοποθετείται υπέρ των Παλαιστινίων, η πολυπλοκότητα της σύγκρουσης, με τις αντικρουόμενες αφηγήσεις και τις ανθρωπιστικές συνέπειες, παραμένει στο επίκεντρο. Η κατάσταση στη Γάζα απαιτεί επείγουσα δράση, με τις εκκλήσεις για ανθρωπιστική βοήθεια και κατάπαυση του πυρός να εντείνονται, εν μέσω φόβων για περαιτέρω επιδείνωση της κρίσης.